φυσιολογικός

希臘語

編輯

形容詞

編輯

φυσιολογικός (fysiologikósm (陰性 φυσιολογική,中性 φυσιολογικό)

  1. 自然的;正常
    近義詞: φυσικός (fysikós)
    反義詞: αφύσικος (afýsikos)
  2. (生理學) 生理學

變格

編輯

相關詞彙

編輯