διοικητικός
希腊语
编辑形容词
编辑διοικητικός (dioikitikós) m (阴性 διοικητική,中性 διοικητικό)
变格
编辑 διοικητικός 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | διοικητικός | διοικητική | διοικητικό | διοικητικοί | διοικητικές | διοικητικά |
属格 | διοικητικού | διοικητικής | διοικητικού | διοικητικών | διοικητικών | διοικητικών |
宾格 | διοικητικό | διοικητική | διοικητικό | διοικητικούς | διοικητικές | διοικητικά |
呼格 | διοικητικέ | διοικητική | διοικητικό | διοικητικοί | διοικητικές | διοικητικά |
衍生 | 比较级:πιο + 肯定形(如 πιο διοικητικός) 相对最高级:定冠词 + πιο + 肯定形(如 ο πιο διοικητικός) |
名词
编辑διοικητικός (dioikitikós) m 或 f (复数 διοικητικοί,阴性 διοικητική)
变格
编辑διοικητικός的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | διοικητικός • | διοικητικοί • |
属格 | διοικητικού • | διοικητικών • |
宾格 | διοικητικό • | διοικητικούς • |
呼格 | διοικητικέ • | διοικητικοί • |
相关词汇
编辑- διοικητής m (dioikitís, “经理,上司”)