τελειομανής

希臘語

編輯

詞源

編輯

源自 τέλειος (téleios) +‎ -ο- (-o-) +‎ -μανής (-manís)

發音

編輯

形容詞

編輯

τελειομανής (teleiomanísm (陰性 τελειομανής,中性 τελειομανές)

  1. 完美主義者

變格

編輯