αναθεματισμός
希臘語
編輯名詞
編輯αναθεματισμός (anathematismós) m (複數 αναθεματισμός)
變格
編輯αναθεματισμός的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | αναθεματισμός • | αναθεματισμοί • |
屬格 | αναθεματισμού • | αναθεματισμών • |
賓格 | αναθεματισμό • | αναθεματισμούς • |
呼格 | αναθεματισμέ • | αναθεματισμοί • |
相關詞彙
編輯- 參見:αναθεματίζω (anathematízo, 「詛咒;絕罰」)