Ισλανδέζα
希臘語
編輯其他寫法
編輯- Ισλανδή f (Islandí)
名詞
編輯Ισλανδέζα (Islandéza) f (複數 Ισλανδέζες,陽性 Ισλανδός)
- 冰島人(女性)
變格
編輯Ισλανδέζα的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | Ισλανδέζα • | Ισλανδέζες • |
屬格 | Ισλανδέζας • | Ισλανδέζων • |
賓格 | Ισλανδέζα • | Ισλανδέζες • |
呼格 | Ισλανδέζα • | Ισλανδέζες • |
相關詞彙
編輯- 參見:Ισλανδία f (Islandía, 「冰島」)