希腊语

编辑

词源

编辑

借自意大利语 opera

发音

编辑

名词

编辑

όπερα (óperaf (复数 όπερες)

  1. (音乐) 歌剧
    Ο «Μαγικός Αυλός» είναι μια από τις πιο γνωστές όπερες του Μότσαρτ.
    O «Magikós Avlós» eínai mia apó tis pio gnostés óperes tou Mótsart.
    《魔笛》是莫扎特最负盛名的歌剧之一。
  2. (引申) 歌剧院
    Ο πατέρας μου πάει μια φορά κάθε μήνα στην όπερα.
    O patéras mou páei mia forá káthe mína stin ópera.
    我父亲每个月都去一次歌剧院

变格

编辑

派生词

编辑

相关词汇

编辑

拓展阅读

编辑