πολωνέζικος
希腊语
编辑发音
编辑形容词
编辑πολωνέζικος (polonézikos) m (阴性 πολωνέζικη,中性 πολωνέζικο)
变格
编辑 πολωνέζικος 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | πολωνέζικος • | πολωνέζικη • | πολωνέζικο • | πολωνέζικοι • | πολωνέζικες • | πολωνέζικα • |
属格 | πολωνέζικου • | πολωνέζικης • | πολωνέζικου • | πολωνέζικων • | πολωνέζικων • | πολωνέζικων • |
宾格 | πολωνέζικο • | πολωνέζικη • | πολωνέζικο • | πολωνέζικους • | πολωνέζικες • | πολωνέζικα • |
呼格 | πολωνέζικε • | πολωνέζικη • | πολωνέζικο • | πολωνέζικοι • | πολωνέζικες • | πολωνέζικα • |
相关词汇
编辑- 参见:Πολωνία f (Polonía, “波兰”)