διοικητικό

希腊语

编辑

形容词

编辑

διοικητικό (dioikitikó)

  1. διοικητικός (dioikitikós)宾格单数阳性形式。
  2. διοικητικός (dioikitikós)主格宾格呼格单数中性形式。

名词

编辑

διοικητικό (dioikitikóm

  1. διοικητικός (dioikitikós)宾格单数形式。