ανδρόγυνο
希腊语
编辑其他写法
编辑- αντρόγυνο n (antrógyno) 〈口〉
名词
编辑ανδρόγυνο (andrógyno) n (复数 ανδρόγυνα)
变格
编辑ανδρόγυνο的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | ανδρόγυνο • | ανδρόγυνα • |
属格 | ανδρόγυνου • ανδρογύνου • | ανδρόγυνων • ανδρογύνων • |
宾格 | ανδρόγυνο • | ανδρόγυνα • |
呼格 | ανδρόγυνο • | ανδρόγυνα • |
相关词汇
编辑- ανδρογυναίκα f (androgynaíka, “女汉子”)
- 参见:άνδρας m (ándras, “男人”), άντρας m (ántras, “男人”)
参见
编辑- ανδρόγυνος m (andrógynos, “雌雄同体者”)
- 参见:ανδρογόνο n (androgóno, “雄性激素”)
名词
编辑ανδρόγυνο (andrógyno) m
- ανδρόγυνος (andrógynos)的宾格单数形式。