καταπράσινος

希臘語

编辑

詞源

编辑

κατα- (kata-) +‎ πράσινος (prásinos, 綠色的)

形容詞

编辑

καταπράσινος (kataprásinosm (陰性 καταπράσινη,中性 καταπράσινο)

  1. 深綠色的,墨綠色

變格

编辑

相關詞彙

编辑