希腊语

编辑

其它词形

编辑

名词

编辑

βενζόλιο • (venzólio)〈〉〈不可数

  1. Το βενζόλιο είναι οργανική χημική ένωση, που περιέχει άνθρακα και υδρογόνο, με μοριακό τύπο C6H6.[1] (苯是一种含碳和氢的有机化合物,化学式为C6H6。)

参考资料

编辑
  1. βενζόλιο. 希腊语维基百科