希臘語

编辑

形容詞

编辑

ανιόν (anión)

  1. ανιών (anión)主格賓格呼格單數中性形式。

名詞

编辑

ανιόν (aniónn (复数 ανιόντα)

  1. (物理化學) 陰離子
    ανιόν, ένα αρνητικό ιόνanión, éna arnitikó ión阴离子,带负电的离子
    反義詞: κατιόν (katión)
    同類詞: ιόν (ión)ηλεκτρόδιο (ilektródio)

變格

编辑

Template:El-nN-ον-οντα-1

延伸閱讀

编辑