希臘語 编辑

名詞 编辑

αεράκι (aerákin (复数 αεράκια)

  1. αέρας (aéras, )指小詞微風

變格 编辑

近義詞 编辑

相關詞彙 编辑

  • 參見:αέρας m (aéras, 空氣,風)