αβανγκαρντιστής

希臘語

编辑

詞源

编辑

αβανγκάρντ (avangkárnt, 前衛) +‎ -ιστής (-istís)仿譯法語 avant-gardiste

名詞

编辑

αβανγκαρντιστής (avangkarntistísm (复数 αβανγκαρντιστές)

  1. (政治) 先鋒派

變格

编辑

拓展閱讀

编辑