Κωνσταντινουπολίτισσα

希臘語

编辑

名詞

编辑

Κωνσταντινουπολίτισσα (Konstantinoupolítissaf (复数 Κωνσταντινουπολίτισσες,阳性 Κωνσταντινουπολίτης)

  1. 女性君士坦丁堡

變格

编辑

相關詞彙

编辑